O πληθυσμός του Δικάστρου (Ζημιανής)


από τις αρχές του 19ου αιώνα μέχρι σήμερα.


  Πληθυσμός περιόδου 1805-1832.

   Ο πληθυσμός της Ζημιανής το 1805, όπως αναφέρει ο Γάλλος περιηγητής Πουκεβίλ, περιελάμβανε 20 οικογένειες, περίπου 100 κατοίκους. Ήταν οι κάτοικοι που είχαν απομείνει, είχαν διασωθεί, από τις επιδρομές των Τούρκων κατά την τουρκοκρατία και από τις φονικές επιδημίες της βλογιάς και της πανούκλας, οι οποίες ενέσκηψαν, κατά την περίοδο 1705 έως 1795, και ξεκλήρισαν πολλές οικογένειες.

   Η παράδοση αναφέρει, ότι οι 11 από τις 20 οικογένειες, που ζούσαν στη Ζημιανή, στις αρχές του 19ου αιώνα, είχαν τα εξής επώνυμα: Αγγελόπουλος 1 οικογένεια, Γιαννακάκης 2 οικογένειες, Ζημιανίτης 2 οικογένειες, Kαρφής 2 οικογένειες Κόρδας 2 οικογένειες και Παπασταύρου 2 οικογένειες. Για τις υπόλοιπες 9 οικογένειες δεν υπάρχουν στοιχεία των επωνύμων τους.

  Κατά την διάρκεια της επανάστασης, από το 1821 μέχρι το 1828, ο πληθυσμός της Ζημιανής παρουσίαζε κάποιες πυκνώσεις, που δεν μπορούν αριθμητικά να προσδιοριστούν. Οι κάτοικοι των πεδινών περιοχών του Σπερχειού ποταμού, για να διασωθούν από τις σφαγές, κατά τις εκστρατείες των Τούρκων, προσέφευγαν στην Ζημιανή και πύκνωναν τους κατοίκους της.

Πληθυσμός περιόδου 1832-1879

  Το 1832, τα ελληνοτουρκικά φυλάκια (καλύβες) του ελληνικού κράτους ήταν στη Φτελιά, στο Λάπατο και στο Ζαχαράκη και η περιοχή της Ζημιανής, ως παραμεθόρια, ήταν τόπος εγκατάστασης αγωνιστών. Από τους Γενικούς Πίνακες Απονομής Αριστείων Ανδρείας (Παράρτημα 2/1837) προκύπτει ότι, από τους 38 τιμηθέντες αγωνιστές, 8 κατάγονταν από την Ζημιανή και 30 είχαν δηλώσει ως τόπο εγκατάστασής τους την Ζημιανή.

  Η ανασφάλεια όμως, που επικράτησε στην περιοχή της Ζημιανής, μετά το 1832, ανάγκασε τους 30 αγωνιστές, που είχαν δηλώσει, το 1837, ως τόπο εγκατάστασής τους τη Ζημιανή, να μην εκπληρώσουν τελικά την πρόθεσή τους. Τούρκοι άτακτοι και Έλληνες ληστές, που μπαινόβγαιναν στα σύνορα, λεηλατούσαν τη Ζημιανή, λήστευαν, σκότωναν και αιχμαλώτιζαν. Παρά την απηνή καταδίωξή τους, η δημόσια τάξη ήταν ανασφαλής.

   Από τα πρακτικά των εθνικών εκλογών της 16ης Οκτωβρίου 1843, που έγιναν στην Υπάτη, προς ανάδειξη Πληρεξουσίων για την Εθνοσυνέλευση, προκύπτει, ότι ο πληθυσμός της Ζημιανής το 1843 αριθμούσε 20 οικογένειες, δεν είχε παρουσιάσει καμιά αύξηση. Ο εκλογέας-αντιπρόσωπος της Ζημιανής Αναγνώστης Παπα-Δημητρίου είχε δηλώσει τότε στην Εφορευτική Επιτροπή, ότι «εκλέχθηκε από 20 οικογενειάρχες της Ζημιανής, επί συνόλου 20».

Πληθυσμιακή ακμή περιόδου 1879-1889

  Στην απογραφή του Απριλίου 1879 η Ζημιανή είχε 313 κατοίκους, περίπου 60 οικογένειες και στην απογραφή της 15ης Απριλίου 1889 η Ζημιανή βρέθηκε με 629 κατοίκους, περίπου 120 οικογένειες. Την περίοδο αυτή, δεκαετία 1879-1889, η Ζημιανή ήταν ο πρώτος, ο μεγαλύτερος, σε πληθυσμό οικισμός από τους 18 οικισμούς του Δήμου Τυμφρηστού. Ήταν η περίοδος της πληθυσμιακής ακμής της Ζημιανής.

  Η αύξηση του πληθυσμού κατά 40 περίπου οικογένειες το 1879 και κατά 60 οικογένειες το 1889 οφείλεται σε δημογραφικούς λόγους, αλλά και στην εγκατάσταση στη Ζημιανή, με απόφαση της «Επιτροπής αναγνώρισης εκδουλεύσεων και θυσιών», οικογενειών αγωνιστών, στους οποίους και παραχωρήθηκαν δικαιώματα γης, «έναντι συντάξεων και άλλων ανταμοιβών τους για τους αγώνες τους κατά την επανάσταση του 1821».

  Εξάλλου, από το 1881, με την προσάρτηση της Θεσσαλίας στο ελεύθερο και ανεξάρτητο ελληνικό κράτος, η Ζημιανή έπαυσε να είναι παραμεθόρια περιοχή και τόπος ληστοκρατίας και λεηλασιών και άρχισαν να επικρατούν συνθήκες κοινωνικής ειρήνης και δημόσιας ασφάλειας, ευνοϊκές για την ανάπτυξη και λειτουργία του οικισμού ως κοινότητας οικογενειών και πολιτών.

  Το 1885 ιδρύθηκε το πρώτο Γραμματοδιδασκαλείο Αρρένων Ζημιανής και από το 1889 άρχισε τη λειτουργία του με πρώτο δάσκαλο τον εκ Ζημιανής Γρηγόριο Δ. Παπαδημητρίου. Από τον ονομαστικό κατάλογο των μαθητών προκύπτει, ότι κατά τα σχολικά έτη 1889-1890 και 1890-1891 γράφτηκαν στο Γραμματοδιδασκαλείο 65 άρρενες μαθητές, ηλικίας 7 έως 13 ετών, που ανήκαν σε 44 οικογένειες της Ζημιανής.

Πληθυσμός περιόδου 1889-1912

  Από το 1889 ο πληθυσμός της Ζημιανής άρχισε να μειώνεται για λόγους, κυρίως, κοινωνικούς και οικονομικούς. Η διαβίωση 629 κατοίκων στην ορεινή και άγονη περιοχή της Ζημιανής κατέστη δυσχερής και κατέστησε αναγκαία την μετανάστευση μέρους του πληθυσμού της. Η «ανάπτυξη της αστικής ζωής» και «το άνοιγμα της Αμερικής» ήταν, από την περίοδο αυτή, οι προκλήσεις και οι διέξοδοι για τους νέους της Ζημιανής.

  Στην απογραφή της 5ης Οκτωβρίου 1896 ο πληθυσμός της Ζημιανής ήταν 509 κάτοικοι, 20% λιγότεροι από τους κατοίκους της προηγούμενης απογραφής. Περισσότεροι από 120 κάτοικοι της Ζημιανής, νέοι στην ηλικία, η ακμή του οικισμού, μέσα σε μια επταετία, από το 1889 μέχρι το 1896, πήραν το δρόμο για τις πόλεις και την Αμερική, το δρόμο της αναζήτησης μιας καλλίτερης ζωής, της φυγής χωρίς επιστροφή, «έριξαν πέτρα πίσω τους».

  Η «εξ Αμερικής μεγάλη καμπάνα», προσφορά το 1904 των εκ Ζημιανής ομογενών της Αμερικής προς την εκκλησία του πολιούχου Αγίου Γεωργίου, η οποία σήμαινε, για όλους τους οικισμούς Τυμφρηστού, τέσσερες φορές το χρόνο (τα Χριστούγεννα, το Πάσχα, του Αγίου Γεωργίου και της Παναγίας) και η Αρχιερατική Επιτροπεία του ιερέα-δασκάλου παπα-Γρηγόρη Δ. Παπαδημητρίου ανέδειξαν τη Ζημιανή ως σπουδαιότατο οικισμό του Δήμου Τυμφρηστού.

Πληθυσμός περιόδου 1912-1950

  Το 1912, ο οικισμός της Ζημιανής «αναγνωρίσθηκε ως ιδία Κοινότητα, δικαιούμενος εις τούτο, ως έχων υπέρ τους 300 κατοίκους και Σχολείον στοιχειώδους εκπαιδεύσεως» και άρχισε έκτοτε να αυτοδιοικείται. Από το 1915 εμφανίζεται και μια τάση των νέων για ανώτατες σπουδές. Ο Ηρακλής Παπαδημητρίου, ο Σεραφείμ Παπαδημητρίου, ο Αριστοτέλης Κόρδας και ο Ιωάννης Κόρδας ήταν οι πρώτοι «εκ Ζημιανής ορμώμενοι», που εισήχθησαν σε Ανώτατα Πνευματικά Ιδρύματα.

   Οι πολεμικές όμως συνθήκες, κατά τους Βαλκανικούς πολέμους, τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο, την εκστρατεία της Μικράς Ασίας και το Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, ανέκοψαν τις μεταναστεύσεις και μετακινήσεις των κατοίκων και έτσι ο πληθυσμός της Ζημιανής άρχισε να παρουσιάζει μια δημογραφική αύξηση, κατά 10% περίπου, κατά απογραφή. Στις απογραφές των ετών 1920, 1928 και 1940, η Ζημιανή είχε 550, 622 και 609, αντίστοιχα, κατοίκους.

  Οι ανάγκες του «πληρώματος της εκκλησίας» επέβαλαν το 1925 την κατεδάφιση της μικρής και παλιάς εκκλησίας του πολιούχου Αγίου Γεωργίου

και την ανέγερση μεγάλου και ευπρεπούς Ναού. Tο 1927 η Ζημιανή έλαβε την μετονομασία Δίκαστρο, από τις δύο «πόλεις-ακροπόλεις των Δολόπων, ελληνιστικής περιόδου», που διασώζονται στις τοποθεσίες «κουτσο-Νίκα» και «κορφη-Τσούκα». Πρωτοστάτες «τοις τεκταινομένοις» ήταν οι δάσκαλοι, παπα-Γρηγόρης Παπαδημητρίου και Δημήτριος Ζημιανίτης.

Πληθυσμός περιόδου 1950-σήμερα

  Aπό το 1950 ο πληθυσμός της Κοινότητας Δικάστρου άρχισε να φθίνει καταιγιστικά. Η πατρώα γη δεν μπορούσε πλέον να κρατήσει τους κατοίκους της. Η βιομηχανική ανάπτυξη και η αστυφιλία προσείλκυσαν και μετακίνησαν αναπότρεπτα πολλούς κατοίκους προς τις πόλεις, όπου και παρέμειναν οριστικά. Στις απογραφές των ετών 1951,1961, 1971 και 1981 το Δίκαστρο είχε 471, 399, 232, 308 και 188, αντίστοιχα, κατοίκους.

  Το 1984, μετά από 99 χρόνια λειτουργίας, το Δημοτικό Σχολείο Δικάστρου έπαυσε να λειτουργεί, καταργήθηκε, ελλείψει μαθητών. Τελευταίος δάσκαλος, ο Σταμέλος Ευάγγελος. Από το 1999, το Δίκαστρο έπαυσε να είναι και Κοινότητα, αποτελεί Δημοτικό Διαμέρισμα του Δήμου Αγίου Γεωργίου Τυμφρηστού. Υπάρχει, όμως, ο πολιούχος του χωριού, ο Άγιος Γεώργιος, που αντιστέκεται, από το 1498, τροπαιοφόρος, σε όλες τις προκλήσεις, ιστορικές και κοινωνικές.

  Τα ιστορικά στοιχεία δείχνουν, ότι ο πληθυσμός της Ζημιανής, του Δικάστρου, τους τελευταίους δύο αιώνες, παρουσίασε αυξομειώσεις, που συνδέονταν άμεσα με τις πολεμικές και ειρηνικές περιόδους της Ελλάδας. Τα τελευταία όμως χρόνια, χρόνια ειρηνικής περιόδου, ο πληθυσμός της, εξ αιτίας των αυξανομένων ρυθμών ανάπτυξης και των δυνατοτήτων μετανάστευσης, παρουσίασε μειώσεις, συνεχείς και ραγδαίες.

  Σήμερα, το 2012, ελάχιστοι, δεν ξεπερνούν τους 15, είναι οι κάτοικοι του Δικάστρου. Όλοι μας φύγαμε…. Έχουμε όμως ένα χρέος, προς αυτούς που ήρθαν, έζησαν, πέρασαν, άφησαν, την ψυχή τους, τον ιδρώτα τους, τα έργα τους, να μην ξεχνάμε, ότι το Δίκαστρο είναι ο τόπος μας, είναι οι μνήμες των προγόνων μας και οι δικές μας, είναι η ιστορία μας.

Του Λεωνίδα Ιωάννου Καρφή

Αντιστρατήγου,ε.α.